Τα βιολογικά προϊόντα δεν αποτελούν καινοτομία της εποχής. Υπάρχουν πολλά χρόνια τώρα στην αγορά με σταθερά φανατικό κοινό. Ωστόσο, το κοινό αυτό μεγαλώνει. Το φαινόμενο αυτό μπορεί πρόχειρα να ερμηνευτεί αν αναλογιστούμε τo όλο και αυξανόμενo ενδιαφέρον και πληροφόρηση για το τι καταναλώνουμε με γνώμονα την προστασία της υγείας μας. Η αυξημένη ζήτηση προκαλεί την αυξημένη προσφορά οπότε η αύξηση του κοινού που αγοράζει βιολογικά προϊόντα ωθεί τις εταιρείες να επενδύσουν στις αντίστοιχες εκδοχές των συμβατικών προϊόντων τους. Τέλος, είναι σίγουρο πως σταδιακά γίνεται αντιληπτό ότι το μέλλον του πλανήτη μας δε φαντάζει και τόσο ευνοϊκό και αυτό συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με το τι παράγουμε και τι καταναλώνουμε.
Πιστεύω πως κάνουμε άλματα από το «τι είναι αυτό που τρώω, τι περιέχει και τελικά πόσο καλό είναι για την υγεία μου» στο « πώς έχει παραχθεί αυτό που επιλέγω, ποιοι πόροι χρησιμοποιήθηκαν και πώς η παραγωγή του επιβαρύνει ζώα, φυτά και Γη».
Τι σημαίνει όμως ότι ένα προϊόν είναι βιολογικό και πώς αυτό το καθιστά, αν το καθιστά, ανώτερο του συμβατικού;
Ξεκινώντας, ας ξεκαθαρίσουμε τη σύγχυση που υπάρχει μεταξύ των εννοιών «βιολογικό» και «οργανικό». Σε αδρές γραμμές, ο όρος βιολογικό και οργανικό (όπως και οικολογικό), χρησιμοποιούνται ως συνώνυμα για να περιγράψουν προϊόντα που βάση αυστηρών κανονισμών έχουν παραχθεί με τρόπο τέτοιο ώστε να σέβονται τη βιωσιμότητα του οικοσυστήματος.
[Ο όρος βιολογικό περιγράφει κάτι που καλλιεργείται/ αναπτύσσεται με φυσικά μέσα. Οργανική καλλιέργεια είναι εκείνη στην οποία δε χρησιμοποιούνται χημικά λιπάσματα και παρασιτοκτόνα, ενώ οργανική κτηνοτροφία είναι η εκτροφή ζώων χωρίς αντιβιοτικά ή άλλα φάρμακα και ορμόνες.]
Παρότι υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανά τον κόσμο, ένα οργανικό τρόφιμο παράγεται με τρόπο τέτοιο ώστε να σέβεται την ισορροπία του οικοσυστήματος, τους φυσικούς πόρους και να διατηρεί τη βιοποικιλότητα. Ως κατ’ επέκταση, βασικό χαρακτηριστικό αυτών των μεθόδων είναι η απαγόρευση της χρήσης συγκεκριμένων παρασιτοκτόνων και λιπασμάτων στις διάφορες καλλιεργητικές μεθόδους. Τα τρόφιμα αυτά δε θα πρέπει να περιέχουν και πρόσθετα τροφίμων όπως βελτιωτικά γεύσεις και χημικές χρωστικές.
Ποια είναι τα πλεονεκτήματα μιας οργανικής φάρμας;
Ελαχιστοποιεί την περιβαλλοντική μόλυνση από χημικά και απόβλητα, χρησιμοποιώντας μόνο φυσικά παρασιτοκτόνα φυτικής προέλευσης. Καλλιεργεί το έδαφος με σεβασμό, δε χρησιμοποιεί επιθετικές τεχνικές υπερανάπτυξης φυτών και ζώων (ορμόνες) και αποφεύγεται η αλόγιστη χρήση νερού. Ακόμα, αποτελεί ένα ασφαλές φυσικό περιβάλλον για τα ζώα.
Να σημειωθεί λοιπόν πως οι όροι αφορούν τον τρόπο με τον οποίο ένα τρόφιμο έχει παραχθεί και δεν γίνεται αναφορά στο τι επίπτωση θα έχει η κατανάλωση του στην ανθρώπινη υγεία. Αυτό σημαίνει ότι απλά και μόνο επειδή ένα τρόφιμο έχει πιστοποιηθεί ως βιολογικό, δε σημαίνει αυτομάτως πως φύσει υγιεινό ή ασφαλές αφού δεν αναφέρονται πληροφορίες για τη σύσταση του.
Υπάρχουν τρόφιμα που παρότι είναι φτιαγμένα με βιολογικές πρώτες ύλες έχουν υποστεί επεξεργασία και είναι πλούσια όχι μόνο σε θερμίδες αλλά και σε αλάτι, σάκχαρα και λιπαρά. Το βασικό πλεονέκτημα λοιπόν μιας διατροφής που βασίζεται σε βιολογικά προϊόντα αφορά το περιβάλλον και τη βιωσιμότητα της διατροφής μας για τον πλανήτη, κάτι που θα μας απασχολεί όλο και περισσότερο από εδώ και στο εξής.
Πώς όμως αυτή η διατροφή θα είναι και υγιεινή για τον οργανισμό μας;
Πολύ απλά, ισχύει το ίδιο που ισχύει και αν επιλέγουμε συμβατικά τρόφιμα: εξαρτάται από το είδος των τροφίμων που επιλέγουμε και όχι αποκλειστικά από τον τρόπο παραγωγής τους. Η ζάχαρη είναι ζάχαρη, και όταν θα φτάσει στα τοιχώματα του στομάχου, είτε είναι επεξεργασμένη, συμβατική, λευκή κρυσταλλική ζάχαρη είτε είναι raw, βιολογική καστανή ζάχαρη, ο οργανισμός θα την αντιληφθεί το ίδιο. Η συνολική πρόσληψη σακχάρων είναι αυτό που πρέπει να μας απασχολεί.
Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να θίξουμε ένα ιδιαίτερο φαινόμενο γνωστό ως “the halo effect” (=το φαινόμενο της εξιδανίκευσης), που παρατηρείται αρκετά συχνά στον τομέα της διατροφής. Μία διατροφική σήμανση για κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του τρόφιμου προκαταβάλλει τους καταναλωτές θετικά. Έτσι, αρκεί μία σήμανση που είναι συνυφασμένη με ένα επιθυμητό αποτέλεσμα (bio= υγιεινό?) ώστε ένα προϊόν να θεωρηθεί ανώτερο, ακόμη και αν ο πίνακας των συστατικών του δεν συμφωνεί με αυτό.
Ας δούμε όμως ποια συμπεράσματα βγαίνουν από τις διαθέσιμες μελέτες. Τα βιολογικά φυτικά προϊόντα χαρακτηρίζονται από σχεδόν μηδαμινές ποσότητες παρασιτοκτόνων και νιτρικών, και αυξημένες ποσότητες πολυφαινολών και βιταμίνης C. Όσο για το βιολογικό κρέας, χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη περιεκτικότητα στα ωφέλιμα πολυακόρεστα λιπαρά.
Σε διαχρονική μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2019, μία δίαιτα που βασίζεται σε βιολογικά προϊόντα έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται η συχνότητα εμφάνισης υπογονιμότητας, αλλεργιών, προεκλαμψίας, μεταβολικού συνδρόμου, υψηλού δείκτη μάζας σώματος, non-Hodgkin λεμφωμάτων, σε σύγκριση με μία δίαιτα συμβατική.
Αν όμως αυτό που στοχεύετε είναι αμιγώς ένας πιο υγιεινός τρόπος διατροφής τότε οφείλω να σας ενημερώσω ότι τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα δεν θεωρούνται επαρκή ώστε να μπορούμε με ασφάλεια και σιγουριά να ισχυριστούμε ότι μία διατροφή που βασίζεται σε βιολογικά προϊόντα είναι ανώτερη από μία ισορροπημένη διατροφή με συμβατικά τρόφιμα. Περισσότερες μελέτες χρειάζονται για να καταλήξουμε σε μία συγκεκριμένη σύσταση.
Ωστόσο, με γνώμονα την προστασία του πλανήτη μας, σίγουρα μία τέτοια διατροφή υπερέχει σε ό,τι αφορά το σεβασμό του φυσικού μας περιβάλλοντος.
FAO & WHO. 1999. Organically produced food. Available online at: http://www.fao.org/3/a1385e/a1385e00.pdf
Glibowski P. Organic food and health. Rocz Panstw Zakl Hig. 2020;71(2):131-136. doi: 10.32394/rpzh.2020.0110. PMID: 32519524.
Jonathon P. Schuldt, Mary Hannahan. When good deeds leave a bad taste. Negative inferences from ethical food claims. Appetite, 2012; DOI: 10.1016/j.appet.2012.11.004
Vigar V, Myers S, Oliver C, Arellano J, Robinson S, Leifert C. A Systematic Review of Organic Versus Conventional Food Consumption: Is There a Measurable Benefit on Human Health? Nutrients. 2019 Dec 18;12(1):7. doi: 10.3390/nu12010007. PMID: 31861431; PMCID: PMC7019963.